Μίκων

Μίκων
(5ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ζωγράφος και γλύπτης, ο οποίος έδρασε μεταξύ 470 και 450 π.Χ. Υπήρξε συνεργάτης του Πολύγνωτου και συμμετείχε στη ζωγραφική διακόσμηση του ναού των Διόσκουρων (Ανάκειο), ζωγραφίζοντας την Αργοναυτική εκστρατεία, και του Θησείου, με σκηνές από τη ζωή του ήρωα. Μαζί με τον Πολύκλειτο και τον Πάναινο διακόσμησε την Ποικίλη Στοά, ζωγραφίζοντας την αμαζονομαχία του Θησέα και, σε συνεργασία με τον Πάναινο, τη μάχη του Μαραθώνα. Δεν είναι δυνατό να καθοριστούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τεχνοτροπίας του M., επειδή δεν διασώθηκε κανένας από τους πίνακές του, φαίνεται όμως ότι η τέχνη του συγγένευε βασικά με εκείνη του Πολύγνωτου, τόσο στη χρήση των χρωμάτων, που ήταν ακόμα τα τέσσερα βασικά, όσο και στη σύνθεση. Σκηνές αμαζονομαχίας, κενταυρομαχίας, άθλων του Θησέα, της κεραμικής του 5ου αι. π.Χ., απηχούν πιθανόν τους τύπους, τα σχήματα και τη σύνθεση των έργων του Μ. και του Πολύγνωτου. Με την υπογραφή του Μ. σώζεται η βάση ενός χάλκινου αγάλματος του Καλλίου, νικητή στο παγκράτιο το 472 π.Χ. στην Ολυμπία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Μίκων — masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μίκων' — Μίκωνα , Μίκων masc acc sg Μίκωνι , Μίκων masc dat sg Μίκωνε , Μίκων masc nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μικῶν — μικός fem gen pl μικός masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μίκωνα — Μίκων masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μίκωνι — Μίκων masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μίκωνος — Μίκων masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμικῶν — θῡμικῶν , θυμικός high spirited fem gen pl θῡμικῶν , θυμικός high spirited masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • МИКОН —     I.    • Micon,          Μίκων,        1. см. Sculptores, Скульпторы, 3 и Pictores, Живопись, 3;        2. литейщик в Сиракузах, отлил около 215 г. до Р. X. две статуи Гиерона II по приказанию сыновей последнего; одна изображала его стоящим, а …   Реальный словарь классических древностей

  • МИКОН —     I.    • Micon,          Μίκων,        1. см. Sculptores, Скульпторы, 3 и Pictores, Живопись, 3;        2. литейщик в Сиракузах, отлил около 215 г. до Р. X. две статуи Гиерона II по приказанию сыновей последнего; одна изображала его стоящим, а …   Реальный словарь классических древностей

  • Micón — Micón, Micon el Joven de Atenas o Mikón (en griego, Μίκων), fue un pintor y escultor de la Antigua Grecia de mediados del siglo V a. C. Estuvo estrechamente asociado con Polignoto de Tasos, con quien colaboró en múltiples trabajos como… …   Wikipedia Español

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”